Η χυλόπιτα που δεν φαίνεται ούτε ακούγεται, έρχεται! Στο μεταφρασμένο κείμενο που αναδημοσιεύτηκε πριν μερικές μέρες εδώ athens.indymedia.org/post/1561986 με τίτλο: Ζαπατίστας: "Η τέχνη που δεν φαίνεται ούτε ακούγεται" υπάρχει η παρακάτω ενότητα στην οποία θα ήθελα να εστιάσω την προσοχή.
-*-
Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι θα έπρεπε να βγούμε για ν’ αγωνιστούμε για τους δασκάλους. Αν σκέφτονται έτσι, τότε δεν έχουν καταλάβει τίποτα. Γιατί αυτό σημαίνει ότι περιμένω κάποιον να έρθει και ν’ αγωνιστεί για μένα. Οι Ζαπατίστας δεν ζητάμε από κανέναν να έρθει και ν’ αγωνιστεί για μας. Καθένας/καθεμιά στον αγώνα του/της, και πρέπει ν’ αλληλοϋποστηριζόμαστε, χωρίς όμως να φεύγουμε ο καθένας απ’ τον αγώνα του. Όποιος/α αγωνίζεται έχει το δικαίωμα να αποφασίσει προς τα πού θα στρέψει το δρόμο του/της και με ποι@ν θα συμβαδίσει. Αν μπουν άλλοι, τότε δεν είναι υποστήριξη, είναι υποκατάσταση. Η στήριξη είναι σεβασμός και όχι καθοδήγηση ούτε διοίκηση. Έτσι όπως έχουμε καταλάβει ότι κανείς δεν θα μας δώσει να φάμε αν δεν δουλέψουμε, είναι το ίδιο. Κανείς δεν θα μας απελευθερώσει, αν όχι εμείς οι ίδιες/οι.
-*-
Ο λόγος που θεωρώ σημαντικό ζήτημα αυτό που θίγεται, το “πως” της αλληλεγγύης και “ο τρόπος” της υποστήριξης, και το τι σημαίνει υποκατάσταση είναι γιατί το σκεπτικό αυτό μοιάζει πολύ αντιφατικό με αυτό εδώ στον πολιτικό χώρο που ονομάζεται α/α. Είναι συχνότατη η αναφορά της στόχευσης πολλών σχημάτων και ατόμων για το πως πρέπει να συμμετέχουμε και να οξύνουμε τους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, διαφοροποιώντας μεν το εμείς με τους αγώνες αυτούς, ασχέτως αν ατομικά υπάρχει εσωτερική συμμετοχή (πχ αναρχικός/η μέλος πολιτικής οργάνωσης/ομάδας σαν εργαζόμενη/ος σε έναν εργατικό αγώνα ή σαν μέλος μια άλλης κοινότητας αγώνα με άλλη ιδιότητα από αυτή της πολιτικής ταυτότητας). Αναγνωρίζουμε δηλαδή το εμείς σαν οργανωμένο πολιτικό υποκείμενο με σαφέστατο στόχο αυτόν που ορίζεται από την πολιτική μας ομαδοποίηση, χωριστά από το σώμα των άλλων αγωνιζομένων. Πηγαίνουμε δε στο σώμα αυτό των αγωνιζόμενων να επιβάλουμε δικά μας χαρακτηριστικά, να τον οξύνουμε, να τον κάνουμε πιο μαχητικό απ'ότι θα ήταν χωρίς εμάς και την επιρροή μας. Σαφέστατα οι Ζαπατίστας λένε ότι “δεν έχουμε καταλάβει τίποτα” και η αλληλεγγύη και η συμπαράσταση δεν μπορεί να υποκαθιστά τον ίδιο τον αγώνα και τους αγωνιστές. Η στήριξη είναι σεβασμός, η καθοδήγηση και η διοίκηση του αγώνα είναι έλλειψη σεβασμού. Ο απελευθερωτής και ο απελευθερωμένος δεν μπορεί να είναι χωριστά υποκείμενα.
Αυτό που μας λένε σαν καθοδήγηση και επιρροή, σαν κριτική μάλλον, είναι ότι ο τρόπος που εμείς σαν αναρχικοί συμμετέχουμε στους άλλους αγώνες (άλλοι από τον καθαρά πολιτικό αγώνα των αναρχικών) είναι από τα πάνω υποκαθιστώντας τον αγώνα των “πραγματικά” από τα κάτω. Και οι πραγματικά από τα κάτω ξέρουν και γιατί και πως θα πρέπει να αγωνιστούν, δεν χρειάζονται την καθοδήγηση των από τα πάνω “πολιτικά οργανωμένων” με διαφορετικούς στόχους. Για παράδειγμα: εάν κάποιες/οι εργαζόμενες/οι αγωνίζονται για να πληρωθούν τις αναγκαστικές υπερωρίες που κάνουν συνεχώς, ο στόχος του αγώνα είναι αυτός, δεν είναι η ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού. Εσύ ποιός είσαι που θα επιβάλεις άλλα χαρακτηριστικά στον αγώνα και πως διαφοροποιείσαι από το κάθε Λενινιστικό κόμμα που για πάνω από έναν αιώνα κάνει αυτό ακριβώς;
Θα πει κανείς, και οι ζαπατίστας το ίδιο κάνουν δημοσιεύοντας έμμεσα αυτή την κριτική προς τα εμάς, προσπαθούν να καθοδηγήσουν τον δικό μας πολιτικό αγώνα. Λάθος. Οι ζαπατίστας λένε καθαρά τι κάνουν εκείνοι, πως αγωνίζονται, και το κάνουν καθημερινά, λένε και τι δεν κάνουν και για ποιό λόγο. Λένε και προειδοποιούν στους πολιτικά οργανωμένους να έχουν το νου τους να μην το προσπαθήσουν σε αυτούς. Για τα πρώτα δέκα – δεκαπέντε χρόνια το ευρύτερο κίνημα αλληλεγγύης στους ζαπατίστας από την επαναστατική μέχρι την ρεφορμιστική αριστερά και την πολυχρωμία της αυτονομίας, έκανε αυτό ακριβώς. Η αλληλεγγύη ερχόταν με σαφέστατα πολιτικά χαρακτηριστικά και είχε την τάση να μιλάει για τους ζαπατίστας μέσω του συγκεκριμένου πολιτικού πρίσματος υποκαθιστώντας τους ίδιους τους ζαπατίστας. Σε αυτή την έλλειψη σεβασμού έβαλαν ένα τέλος με την ΕΚΤΗ. Η έκτη είναι μια πρόσκληση για συνάντηση και συμπόρευση ισότιμων αγώνων από τα κάτω, όπου δεν υπάρχει καμιά θέση ιδεολογικών οργανώσεων. Δεν μιλάει η ΕΚΤΗ για συγκεκριμένη εξαίρεση πολιτικών μαρξιστικών κομμάτων, μιλάει για οργανώσεις με βάση την πολιτική ιδεολογία σαν “οργανώσεις από τα πάνω”. Το κείμενο “Ανάμεσα στο Φώς και την Σκιά” enlacezapatista.ezln.org.mx/2014/05/29/griegoluzsombra/ μιλάει πολύ καθαρά για τους ναούς της ιδεολογίας. Φαίνεται όμως ότι κάποιοι “δεν έχουν καταλάβει τίποτα” ή αν έχουν καταλάβει δεν έχουν τοποθετηθεί επαρκώς ως προς την διαφοροποίηση τους.
Και κλείνοντας προκύπτει ακόμα ένας προβληματισμός ως προς το “εμείς κι αυτοί”. Εμείς που ταυτιζόμαστε με αυτό το σκεπτικό βρισκόμαστε εκτός του πεδίου σκέψης στο οποίο αναφερόμαστε ως “αναρχία”, ή αν το βρίσκουμε πλήρως εντός του πεδίου σκέψης αυτού, τι δουλειά έχουμε με τους υπόλοιπους του α/α χώρου, που είναι άκρως αντιφατικοί ως προς τον λόγο τους και το πεδίο δράσης τους;
“Το πρόβλημα, επαναλαμβάνω, είναι μόνο στους τρόπους … ». Ερρίκο Μαλατέστα
ΥΓ Σχετικά πρόσφατο παράδειγμα ήταν μια στιγμή “αγώνα” όπου με την προβιά κοινωνικού εγχειρήματος κάποιοι κατέβηκαν με σύνθημα “να πάρουμε στο κυνήγι τους κομματικούς” ενώ ο ίδιος τους ο πολιτικός λόγος και το περιεχόμενο της παρέμβασης δεν αντιστοιχούσε σε κάτι τέτοιο. Η επιρροή ως προς το σύνθημα αυτό προήρθε ξεκάθαρα από “πολιτική ομάδα”. Το ερώτημα σε σχέση με τους τρόπους είναι πως σε ένα τέτοιο εγχείρημα παρουσιάζεται η πρόταση για ένα τέτοιο σύνθημα και γίνεται αποδεκτή ομόφωνα χωρίς περιεχόμενο. Δεν υπήρξε δηλαδή συγκεκριμένη εξήγηση γιατί να τους πάρουμε στο κυνήγι. Να τους πάρουμε, δεν λέω όχι, αλλά γιατί; Κι αυτό δεν είναι εξαίρεση στον κανόνα αλλά αντιπροσωπευτικό παράδειγμα για την επιρροή και καθοδήγηση κοινωνικών αγώνων από πολιτικές ομάδες και τα στελέχη τους.
Αφού λοιπόν βρισκόμαστε δεκαπεντάυγουστο μέσα στο μέσο, ας το συζητήσουμε. Σοβαρά.
Υποθέτω ότι θα διαβάσουν κι άλλοι την συζήτηση, οπότε απευθύνομαι σε τρίτο πρόσωπο, για όλους.
Σύμφωνα με το παράθεμα των Ζαπατίστας για τον εντόπιο αγώνα, η συμμετοχική αλληλεγγύη έχει αρνητική αξία. Γίνεται υποκατάσταση. Ο προλετάιερντ (θα παραλείπω το 322, για συντομία) την παραθέτει ασχολίαστη, ενώ χρησιμοποιεί ως δόγμα ορισμένα άλλα σημεία. Αν υϊοθετήσουμε αυτή την θέση σαν γενικό κανόνα, ιδεολογικοποιείται το «ο καθένας μόνος του» και ο σεχταρισμός. Η εξιδανίκευση του ζαπατισμού, είκοσι χρόνια, στηρίζεται στον σεχταρισμό που βολεύτηκε μετατρέποντας τον ζαπατισμό σε δόγμα.
Ο προλετάϊερντ προβάλει την θέση των Ζαπατίστας σαν γενικό δόγμα, αναγκαίο για τον εδώ αγώνα. Οπότε, όταν πριν κάποια χρόνια οι Ζαπατίστας είχαν την αντίθετη στάση, ο προλετάιερντ θα έπρεπε να ασκεί δριμύα κριτική, αρνούμενος θεμελιακά κάθε έμπρακτη αλληλεγγύη, με κοινή παραδοχή ότι ο αγώνας εδώ βρισκόταν και βρίσκεται πολύ πίσω. Εγώ, ακριβώς με αυτή την αντίληψη έκανα ακριβώς αυτό πριν είκοσι χρόνια, εμπράκτως και εγγράφως. Θα είχα δίκιο, αν η θεωρησιακή συγκρότηση εδώ ήταν πιο σημαντικό ζητούμενο από την αλληλεγγύη. Είχα μεγάλο άδικο, παρότι μέρος της ειδικής κριτικής μου (που δεν ήταν μόνο δική μου) ήταν εύστοχη (για τον τακτικισμό, το θεσμικό παιχνίδι, το ποιόν των αλληλέγγυων, όπως Ντανιέλ Μιτεράν). Η αλληλεγγύη και ακόμα περισσότερο η συμμετοχική αλληλεγγύη έχει τεράστια σημασία και γι' αυτόν που την υποδέχεται και γι' αυτόν που φιλοξενείται. Οι Ζαπατίστας σήμερα θα έχουν τους λόγους τους για να λένε αυτό που λένε. Και ορισμένοι άλλοι εδώ μπορούμε να προτάσσουμε μια άλλη θέση. Είτε έτσι είτε αλλιώς, η εξιδανίκευση έχει σαθρά ποδάρια. Και αυτό αποδεινύεται από τις μεταβολές των ίδιων των Ζαπατίστας. Οι ζητοκραυγές για την «χυλόπιτα» είναι κραυγαλαία αυτοαναίρεση. Οι Ζαπατίστας μάλλον δεν συμπαθούν τους κλακαδόρους.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την ερμηνεία του παράθεματος των Ζαπατίστας, γιατί να μας ενδιαφέρει η θεώρηση των Ζαπατίστας; Κατά συνέπεια των λεγομένων του προλετάιερντ οφείλουμε να φτιάξουμε την δική μας θεωρία, που θα αναλογεί στον δικό μας αγώνα, ανεπηρέαστοι. Μέσα σε ταξικά-κοινωνικά σχήματα, χωρίς να δώσουμε καμία προσοχή σε έξωθεν παρεμβάσεις σαν του προλετάιερντ. Το εγχείρημα του προλετάιερντ αυτοαναιρείται ριζικά.
Ας προσπεράσουμε όμως αυτές τις αντιφάσεις, για να δούμε την θέση του προλετάιερντ καθαυτή. Η πρώτη σύγχυση και αυθαίρετη αναγωγή βρίσκεται στην μεταπήδηση από το θέμα «υποστήριξη και υποκατάσταση» που θίγουν οι Ζαπατίστας, στο θέμα της διάκρισης πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης. Η διαφορά είναι τεράστια. Στην περίπτωση της υποστήριξης, τα υποκείμενα μπορούν να είναι της ίδιας κατηγορίας. Οι Ζαπατίστας μιλούν για σεβασμό ανάμεσα σε αγωνιζόμενα συλλογικά υποκείμενα και για απόρριψη της καθοδηγητικής παρέμβασης. Το θέμα της συμμετοχικής αλληλεγγύης δεν θα το ξαναθίξω τώρα. Ωστόσο, στην πράξη η στάση των Ζαπατίστας πάνω σε αυτό το θέμα μόνο δογματική δεν είναι: Τα σχολεία τους υποδέχονται μαζικά αλληλέγγυους που θέλουν να στηρίξουν και να διδαχτούν.
Στο άλμα που κάνει ο προλετάιερντ, η πολιτική οργάνωση και οι απόψεις που παράγει χαρακτηρίζονται ως εγγενώς όχι «πραγματικά από τα κάτω». Αλλά δεν εμφανίζει κανένα λογικό επιχείρημα ή μια ιστορική θεμελίωση για το γιατί οποσδήποτε είναι έτσι. Κατατίθεται ένας γενικός αφορισμός, «ο τρόπος που εμείς σαν αναρχικοί συμμετέχουμε στους άλλους αγώνες (άλλοι από τον καθαρά πολιτικό αγώνα των αναρχικών) είναι από τα πάνω υποκαθιστώντας τον αγώνα των “πραγματικά” από τα κάτω». Αλλά δεν υπάρχει καμία επεξήγηση επι τούτου. Τι εννοεί ακριβώς; Γιατί συμβαίνει αυτό; Είναι πρόβλημα του ελλαδικού «χώρου»; Των αναρχικών γενικότερα ετούτη την εποχή; Της αναρχίας ως θεωρίας και μεθοδολογίας; Της πολιτικής οργάνωσης γενικά; Της πολιτικής παρέμβασης λίγο πιο ειδικά; Της πολιτικής ταυτότητας γενικότερα; Της πολιτικής σκέψης ακόμα πιο γενικά;
Να συμφωνήσουμε ότι με την άμεση εμπειρία μας μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι σήμερα εδώ πράγματι αρκετοί πολιτικά συλλογικοποιημένοι αναρχικοί αντιλαμβάνονται τον ταξικό-κοινωνικό αγώνα και την αυτοοργάνωσή του με όρους κομματικούς ή υπονομευτικούς, με όρους διευθυντικούς ή ελιτίστικους, με όρους λεηλασίας ή εχθρότητας. Αυτή η διαπίστωση δεν είναι διόλου ικανή να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι κάθε πολιτική παρέμβαση μέσα στο ταξικό-κοινωνικό κίνημα είναι επιβολή. Γιατί όταν πηγαίνουμε σε έναν αγώνα ως άμεσα ενδιαφερόμενοι ή αλληλέγγυα συμμετέχοντες και καταθέτουμε πολιτικές απόψεις και προτάσεις για «να τον οξύνουμε, να τον κάνουμε πιο μαχητικό απ' ότι θα ήταν χωρίς εμάς και την επιρροή μας» γινόμαστε καθοδηγητές από τα πάνω και υποκαταστάτες; Δεν στέκει πουθενά αυτή η συναγωγή. Εκτός αν πιστεύει ότι ο καθένας πρέπει να μένει παντελώς ανεπηρέαστος. Αυτό όμως είναι ένα χαρακτηριστικό του αστού ιδιώτη. Και μήπως αυτό ακριβώς είναι χαρακτηριστικό και του πολιτικού ελιτισμού;
Η βασική γραμμή του προλετάιερντ είναι το «από μόνοι τους». Όχι το «από μόνοι μας», το οποίο αναπαράγει, ιδεολογικοποιεί και εξιδανικεύει τον κατεστημένο κατακερματισμό, αλλά μόνοι τους κάποιοι άλλοι, «οι πραγματικά από τα κάτω», «χωρίς εμάς» (τους πολιτικά προσδιοριζόμενους). Διότι θεωρεί τους πολιτικά οργανωμένους ως εκ' συστάσεως από τα πάνω. Άρα «οι πραγματικά από τα κάτω» δεν μπορούν να οργανωθούν πολιτικά και να παραμείνουν «πραγματικά από τα κάτω», σύμφωνα με τον προλετάιερντ. Και έμμεσα δηλώνει ότι χωρίς πολιτική οργάνωση, όπως τους θέλει ο προλετάιερντ, που ως πολιτικό υποκείμενο πρέπει να αναγνωρίσει ότι μιλάει από τα πάνω (σύμφωνα με την θεώρησή του), δεν μπορούν να οξύνουν τον αγώνα τους και να γίνουν πιο μαχητικοί από τους πολιτικά οργανωμένους και ούτε να επιδιώξουν την ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού. Αυτή είναι η θεώρηση που προτάσει ο προλετάιερντ για την κοινωνική απελευθέρωση: Οι επαναστάσεις είναι για την ελίτ, σαν εμάς, αλλά είναι σκάρτες! Ας σεβαστούμε τους αδαείς, που γίνονται πρόβατα στις επιβουλές του κάθε καθοδηγητή! Διότι ο προλετάιερντ τους θέλει αμόλυντους από πολιτική, για να τους χρησιμοποιεί ως καθρέφτη της πολιτικότατης αντιπολιτικότητάς του. Προβάλει πάνω σ' ένα ιδεατό και υποτιμούμενο υποκείμενο την δική του άρνηση όξυνσης του αγώνα, άρνηση της μαχητικότητας, άρνηση των ανατρεπτικών στόχων, για να απαρνηθεί την πολιτική ευθύνη.
Η αντίληψη αυτή δεν έχει τίποτα το προλεταριακό. Είναι μικροαστική, συντηρητική και αντιδραστική μέχρι τα μπούνια. Και από ταξική σκοπιά και από πολιτική σκοπιά, για όλους τους λόγους που εξηγήθηκαν παραπάνω. Ο ίδιος ο προλετάιερντ διαχωρίζει τους «εμάς» από τους «πραγματικά από τα κάτω». Αν έτσι αντιλαμβάνεται τον εαυτό του, πρέπει να του το αναγνωρίσουμε. Αλλά δεν πείθει με κανέναν τρόπο ότι όποιοι είμαστε πολιτικά οργανωμένοι, ερχόμαστε από τα πάνω για να επιβληθούμε. Επιπλέον, όχι μόνο δεν εξηγεί γιατί η κατάστασή του είναι κανόνας, αλλά αντιθέτως, μας ρίχνει κι έναν δασκαλίστικο αφορισμό (από τα πάνω), ότι κάποιοι δεν έχουν καταλάβει τίποτα. Σίγουρα, από τον καθένα κάτι ξεφεύγει και ίσως κάποιοι να μην καταλαβαίνουν καθόλου ορισμένα πράγματα. Εγώ ας πούμε, δεν καταλαβαίνω γιατί να ομολογήσω ότι ως πολιτικά οργανωμένος που εκεί που αγωνίζομαι δεν κρύβω τις πολιτικές θέσεις μου, την ιστορική προέλευση και την συλλογική εξέλιξή τους, δεν είμαι πια ένας «πραγματικά από τα κάτω», αλλά ένας «από τα πάνω». Εφόσον οι κάποιοι είναι αόριστο υποκείμενο, συμπεραίνω από τον ειρμό του κειμένου ότι αναφέρεται σε όλους όποιοι αντιλαμβανόμαστε την πολιτική οργάνωση ως αναγκαία. Για να μας πει συνοπτικά το εξής: Είστε αδαείς, δεν αναμασάτε το δόγμα, αλλά δεν είστε αγαθοί σαν τους «πραγματικά από τα κάτω», γιατί προσπαθείτε να πείτε ότι κάτι ξέρετε. Όσο πιο κοντά στην μύτη του βλέπει κάποιος, τόσο πιο αγνός προλετάριος. Θυμίζει κάτι από χριστιανικό λαϊκισμό: Μακάριοι οι φτωχοί τω πνεύματι (για να μείνουν φτωχοί και στο στομάχι).
Ο πολιτικός διάλογος και η πολιτική οργάνωση είναι αναπόσπαστα στοιχεία της ταξικής πάλης. Όχι κάτι έξω και παράλληλο, αλλά οργανικός παράγοντας του ταξικού ανταγωνισμού και της ταξικής οργάνωσης και από τις δυο πλευρές. Η σκέψη προς το μέλλον, η συνείδηση της κοινότητας των εκμεταλλευόμενων, ο προσδιορισμός του ταξικού εχθρού και των κατάλληλων τρόπων πάλης και οργάνωσης, δεν είναι αναπόδραστα πολιτικά; Η προλεταριακή οργάνωση δεν μπορεί να είναι απολίτικη και η αναρχική πολιτική οργάνωση δεν μπορεί να είναι «αταξική», δηλαδή διαταξική. Τα αντικειμενικά κεκτημένα της πρώτης δεν μπορεί να μην επιρρεάζουν τη δεύτερη. Αλλά και δεν θα υπήρχε η πρώτη αν κανείς δεν κατέθετε την πολιτική πρόταση της (αυτο)οργάνωσης. Η αντιπαράθεση των πολιτικών ιδεών μέσα στο ταξικό κίνημα και ακόμα περισσότερο των έμπρακτων παραδειγμάτων που η πολιτική οργάνωση καθιστά εφικτά, αποτελεί ζωτικό ελκυστή για το ίδιο.
Για να μην προβοκάρει κανείς, να διασαφηνήσουμε ότι η αξιοδότηση της πολιτικής ζύμωσης δεν συνεπάγεται ότι στην Τσιάπας ή στην Οαχάκα ή οπουδήποτε αλλού πρέπει να πάμε για να περάσουμε την γραμμή μας. Όπου στεκόμαστε ως αναρχικοί έχουμε αρχικά την υποχρέωση να στηρίζουμε ολόψυχα και ισότιμα τον αγώνα. Έχουμε υποχρέωση να μεταφέρουμε εμπειρία αμφίδρομα. Αν δεν έχουμε κάτι αξιόλογο να μεταφέρουμε εκεί που πάμε, μπορούμε ακόμα να φέρουμε κάτι πίσω. Πολιτικά συμπεράσματα.
Οι Ζαπατίστας κάηκαν στον χυλό και τώρα φυσάνε και το γιαούρτι. Από εδώ που βρίσκομαι δεν έχω λόγο να το κρίνω, ούτε και να το εξιδανικεύσω. Πάραυτα, μπορώ να θυμίσω ότι το κίνημα των Ζαπατίστας ξεκίνησε από μια μικρή πολιτικοστρατιωτική οργάνωση που ζύμωσε επί μια δεκαετία, πριν την εμφάνισή της, την πολιτική σκέψη της σε επαφή με το ιθαγενικό υποπρολεταριάτο και μέσα από αυτό το αμοιβαίο μπόλιασμα εξελίχθηκε σε μαζική οργάνωση. Οι Ζαπατίστας είναι ένα από τα πλέον ακατάλληλα παραδείγματα για την θεωρία της ταξικής οργάνωσης χωρίς πολιτική οργάνωση. Και έγιναν ανοιχτό κίνημα όταν βγήκαν στη μάχη.
Υπάρχει χώρος για τον καθέναν. Ο προλετάιερντ να περιμένει μια ταυτόχρονη μαζική ενόραση. Και «οι πραγματικά από κάτω» να οργανωθούμε μέσα από καθημερινές μάχες μοριακά και ομοσπονδιακά και να σκαρώσουμε σχέδια για την ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού.